Το οδοιπορικό μας στα Ζαγοροχώρια ολοκληρώνεται, με την επίσκεψη μας στα χωριά Πάδες, Ελεύθερο, Κόνιτσα και Πάπιγκο. Μιλάμε για την ιστορία, βολτάρουμε στη φύση και κάνουμε μπάνιο σε ένα από τα πιο instagramικά μέρη που έχω βρεθεί στην Ήπειρο.
Οι Πάδες είναι χτισμένοι σε υψόμετρο 1140μ στη νότια πλαγιά του Σμόλικα και αποτελούν ένα από τα πιο “ζωντανά» χωριά της περιοχής, με νέο κόσμο και ένα ωραίο φεστιβάλ που γίνεται κάθε Αύγουστο. Κάτι που δεν γνώριζα και έμαθα είναι πως το όμορφο αυτό χωριό τη δεκαετία του 1650 είχε σχεδόν ερημωθεί λόγω πανούκλας. Μάλιστα λέγεται ότι πολλοί από τους ντόπιους για να αποφύγουν το θάνατο διασκορπίστηκαν στα γύρω βουνά, ενώ άλλοι μετακόμισαν μόνιμα στην περιοχή της Κοζάνης. Εκεί ίδρυσαν ένα χωριό με το ίδιο ακριβώς όνομα, το οποίο όμως σήμερα έχει μετονομαστεί σε Βογκόπετρα. Το μέρος έχει ιδιαίτερη ενέργεια, και μου άρεσε πολύ το ότι η πλατεία και ο ξενώνας είναι γεμάτα με νέους ανθρώπους, που βρίσκονται εδώ να απολαύσουν τη φύση και τα μονοπάτια προς την κορυφή του βουνού και τη Δρακόλιμνη.
Η Κόνιτσα είναι κωμόπολη που αποτελεί περιφερειακό κέντρο για πολλά από τα μικρά χωριά της Πίνδου, καθώς διαθέτει αγορά, σχολεία και κέντρο υγείας. Η πλατεία της είναι μεγάλη, όμορφη, και σφύζει από ζωή, ακόμα και την εποχή του Κορονοϊού, γιατί είναι γεμάτη με καφενεία και ταβέρνες. Για πρώτη φορά η Κόνιτσα αναφέρεται με την σημερινή της ονομασία γύρω στο 1380 από τον «Δεσπότη» των Ιωαννίνων Θωμά Πρελούμπο. Στη νεότερη της ιστορία απελευθερώθηκε τον Φεβρουάριο του 1913 και το 1925 με την ανταλλαγή των πληθυσμών, οι περισσότερες μουσουλμανικές οικογένειες μετανάστευσαν από εδώ στην Τουρκία, ενώ στη θέση τους εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από την Καππαδοκία. Παρόλο που το 1940 δέχθηκε επίθεση από Ιταλούς και ταυτόχρονα επιδρομές από Αλβανοσυμμορίτες, το ακριβότερο τίμημα το πλήρωσε στον εμφύλιο πόλεμο, όπου αφανίστηκαν ολόκληρες οικογένειες. Όντας χτισμένη σε υψόμετρο 600 μέτρων, η θέα είναι μοναδική. Στην Κόνιτσα μεταξύ άλλων αρχοντικών βρίσκεται και το πατρογονικό της Χάμκως, της μητέρας του Αλή Πασά. Μια γυναίκα που φημιζόταν τόσο για την ομορφιά και την ευστροφία της, όσο και για το δόλιο και μοχθηρό χαρακτήρα της. Σκεφτείτε ότι έφτασε στο σημείο να δηλητηριάσει τα δύο παιδιά του άντρα της από τον πρώτο του γάμο και, όταν αυτός πια πέθανε, άρχισε να συζεί με τον εραστή της, ο οποίος ήταν αυτός που μεσολάβησε για την ανάρρηση του Αλή στα αξιώματα που πήρε.
Η πρώτη αναφορά που γίνεται για το Πάπιγκο είναι κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, σε ένα χρυσόβουλο του Αυτοκράτορα Ανδρόνικου του Β” το 1325μ.Χ. Κατά την τουρκοκρατία εκμεταλλευόμενο τα προνόμια που είχαν παραχωρηθεί στην περιοχή του Ζαγορίου γενικότερα, γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη, ενώ από το 1780 λειτούργησε εδώ και Ελληνικό Σχολείο. Στην ουσία το Πάπιγκο είναι ένα χωριό και χωρίζεται σε δύο μαχαλάδες, τον μικρό και τον μεγάλο που αποτελούν και τα πιο γνωστά Ζαγοροχώρια. Απέχουν μεταξύ τους 2χλμ και κάτι, με τον μεγάλο να βρίσκεται σε υψόμετρο 950 μέτρων και τον μικρό 1.050 μέτρων στις πλαγιές του όρους Τύμφη. Το Μεγάλο Πάπιγκο έχει περισσότερα μαγαζιά, ταβέρνες και καφέ, οπότε είναι και αρκετά πιο ζωντανό.
Τα Ζαγοροχώρια γενικότερα μετά την πτώση του Αλή Πασά και την κατάργηση των ειδικών προνομίων της περιοχής άρχισαν να παρακμάζουν και έτσι ο πληθυσμός τους άρισε να φθίνει. Αυτό συνεχίστηκε για πολλά πολλά χρόνια, μέχρι τη δεκαετία του 80′, όπου άρχισαν να αναπτύσσονται αυτή τη φορά τουριστικά.